Σαν σήμερα το 1965 στην Αθήνα φεύγει από τη ζωή ο Φώτης Κόντογλου
Σαν σήμερα το 1965 στην Αθήνα φεύγει από τη ζωή ο Φώτης Κόντογλου.
Ο σπουδαίος Έλληνας ζωγράφος υιοθέτησε στο έργο του μια σύνθετη λαϊκοβυζαντινή τεχνοτροπία σε ελεύθερο στυλ. Η τέχνη του χαρακτηρίζεται από αντιρεαλιστική εικονιστική παραμόρφωση, έλλειψη προοπτικής, χρήση γήινων χρωμάτων, παραδοσιακών τεχνικών, μετωπική θέση των μορφών, σαφή αναφορά στη βυζαντινή τέχνη ακόμη και όταν απεικονίζει σκηνέςκοσμικές ή μυθολογικά ή ιστορικά πρόσωπα της αρχαιότητας.

Στη συλλογή του Μουσείου ανήκουν βρίσκονται επτά (7) έργα του Φ. Κόντογλου:
1) Πορτρέτο Παπαδιαμάντη, λάδι σε ξύλο 16Χ14 εκ. Το έργο αγοράσθηκε από το Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Ρόδου Σπυρίδωνα, το 1961.
2) Βυζαντινό τοπίο, 1935, Τέμπερα σε ξύλο 60Χ90 εκ. Το έργο αγοράσθηκε από το Υπουργείο Παιδείας.
3) Αϊβαλιώτης Καπετάνιος, 1955, Τέμπερα σε χαρτόνι 98Χ50 εκ. Το έργο αγοράσθηκε από το Δήμο Ρόδου.
4) Μένος Φιλήντας, 1924, Λάδι σε χαρτόνι 28Χ22 εκ. Το έργο αγοράσθηκε από το Δήμο Ρόδου.
5) Αλυσίδα 1924, μολύβι σε χαρτί 15Χ20 εκ. Το έργο αγοράσθηκε από το Δήμο Ρόδου.
6) Ηλιοβασίλεμα, 1924, μελάνι και κάρβουνο σε χαρτί 15Χ23 εκ. Το έργο αγοράσθηκε από το Δήμο Ρόδου.
7) Ποδαράδες, 1924, μελάνι και κάρβουνο σε χαρτί 15Χ19 εκ. Το έργο αγοράσθηκε από το Δήμο Ρόδου

Γνωρίζατε ότι ο Φώτης Κόντογλου ταξίδεψε στη Ρόδο κατά την περίοδο του μεσοπολέμου και στη συνέχεια μεταξύ 1951-1961 και επιμελήθηκε την αγιογράφηση του ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου μαζί με τον μαθητή του Ιωάννη Τερζή και τον μαθητευόμενο Παντελή Οδαμπάση;

Σύντομα το Μουσείου Νεοελληνικής Τέχνης Ρόδου θα παρουσιάσει βίντεο που εξιστορεί το πέρασμα του Φ. Κόντογλου από τη Ρόδο το 1934 και την επιστροφή του στο νησί για την αγιογράφηση του Ιερού Ναού του Ευαγγελισμού με τίτλο «Φώτης Κόντογλου, ένα ταξίδι ανάμεσα σε δύση και ανατολή!.»
Ο ίδιος έγραψε στην εφ. Ελευθερία στις 03/08/1952 μερικές απ’ τις εντυπώσεις που του άφησε η θέαση της Ρόδου.
Νησιά του Αιγαίου και Δωδεκάνησα (Β)

Ταξιδεύοντας στο πέλαγος…
«Μπροστά μας και στα δεξιά πιάνει να φαίνεται ο ίσκιος από ένα μεγάλο νησί που είναι ξαπλωμένο από το γρέγο στο οστριογάρμπι (ΒΑ-ΝΔ). Είναι η ξακουσμένη Ρόδος. Όσο πάμε κοντύτερα, τόσο ξεχωρίζουνε οι πρασινάδες και τα χωριά της. Τέλος φαίνουνται καθαρά τα κάστρα της Πολιτείας κι οι μιναρέδες. Σιγά σιγά ξεκαθαρίζει το μάτι τα σπίτια και τα μουράγια των λιμανιών. Νοτινά φαίνεται το όμορφο βουνό της, ο Ατάβυρος. Το μάτι, κουρασμένο από τον ξέρακα της Καραμανιάς και της Σύμης, χαίρεται κοιτάζοντας την πρασινάδα που στολίζει την έμορφη βασίλισσα της Δωδεκανήσου. Μαζί με την αρμυρή δροσιά της θάλασσας, σα να έρχεται στο καράβι κι η ευωδιά από τα λουλούδια που είναι στεφανωμένη η Ρόδος.

Με όλα τα βάσανα που έχει περάσει, λες και βγαίνει τούτη την ώρα από το πέλαγο, καταστολισμένη με αιώνια νεότητα, σα τη νύφη που βγαίνει από το νυφικό θαλάμι της. Το χρυσαφένιο φως του ήλιου τη δείχνει σα μαλαματένιο εικόνισμα της Παναγίας, που το προσκυνά ο κόσμος. Ναι, να σε προσκυνάνε πρέπει εσένα, βασανισμένη Ρόδος, ζηλεμένη, φθονεμένη απ όλους για την εμορφιά σου και για τη φρονιμάδα σου, αγιασμένη γοργόνα, θαλασσινέ παράδεισε, τριαντάφυλλο της θάλασσας, χρυσή ρόδα του ήλιου, χρυσό στεφάνι του Θεού, Ρόδος αγέραστη, Ρόδον το Αμάραντον».